- πραιμονστρατήνσιοι
- οι, Νμοναχικό τάγμα τής Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, που ιδρύθηκε το 1120 από τον Νομπέρ, επικυρώθηκε από τον πάπα Ονώριο Β' το 1126, επεκτάθηκε ταχέως στο Πραιμονστράτουμ τής Γαλλίας, άρχισε όμως να παρακμάζει από την εποχή τού προτεσταντισμού.[ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. praemonstratio, -onis «προδήλωση, υπόδειξη»].
Dictionary of Greek. 2013.